Ουκρανία και Επισιτιστική Κρίση
Ο πόλεμος στην Ουκρανία τάραξε όλον τον κόσμο. Σιγά σιγά, καταλαβαίνουμε ότι απέχουμε από ένα παγκόσμιο κράτος και αρκεί μια δύναμη δεύτερης σειράς, αλλά με πυρηνικά ή μία παγκόσμια επιδημία, να αλλάξουν πολλά που θεωρούσαμε δεδομένα.
Η Δύση έχει κάνει λάθος να στηριχθεί στην παγκοσμιοποίηση, ενώ η υφήλιος δεν ήταν έτοιμη. Η πανδημία του Covid-19 πρώτη μας προειδοποίησε πόσο λίγη ανθεκτικότητα σε διαταράξεις είχε το παγκόσμιο σύστημα παραγωγής και εμπορίου. Ήρθε και ο πόλεμος στην Ουκρανία και όλοι μπορεί να αντιμετωπίσουμε μία μεγάλη επισιτική, αλλά και ενεργειακή κρίση.
Ο πόλεμος θα επηρεάσει κυρίως τους κλάδους τροφίμων και ενεργείας και αυτό θα γίνει ή γίνεται ανισορρόπως καθώς άλλα κράτη έχουν περισσότερους προμηθευτές, ενώ άλλα βασίζονται στην Ρωσία ή την Ουκρανία.
Αν και σε αυτό το άρθρο, εξετάζεται η επίπτωση στα τρόφιμα, είναι δύσκολο να διαχωρίζουμε τα τρόφιμα από την ενέργεια καθώς η ενέργεια επηρεάζει πολύ τις εισροές της αγροτικής παραγωγής.
Ενέργεια
Οι τιμές της ενεργείας είχαν αρχίσει να αυξάνονται αρκετούς μήνες πριν τον πόλεμο, καθώς η Ρωσία είχε περιορίσει τις ροές αερίου μέχρι 37%. Το αέριο είναι πρώτη ύλη για την παραγωγή αμμωνιακών λιπασμάτων για τα οποία ατμοσφαιρικός αέρας ανακατεύεται με φυσικό αέριο για την παραγωγή άνυδρης αμμωνίας. Άρα εκτός από το άμεσο κόστος της ενέργειας (πετρέλαιο, ηλεκτρικό κλπ) που χρησιμοποιείται στην παραγωγή, οι τιμές της ενέργειας επηρεάζουν πάρα πολύ και τις τιμές των λιπασμάτων.
Εκτός από τις αυξήσεις στα λιπάσματα από την τιμή του αερίου, θα έχουμε και άλλο ένα μεγάλο πρόβλημα εκεί: η Ρωσία εξάγει το 15% των αζωτούχων και το 17% των καλιούχων λιπασμάτων όλου του κόσμου. Η Λευκορωσία εξάγει το 16% των καλιούχων. Η Ρωσία, σε αντίποινα για τις κυρώσεις έχει απαγορεύσει τις εξαγωγές λιπασμάτων. Η έλλειψη λιπασμάτων θα είναι μεγάλη και με τις αυξήσεις τιμών θα περιοριστεί η χρήση λιπασμάτων, ιδιαιτέρως σε φτωχές χώρες με αποτέλεσμα την μείωση της παραγωγής.
Στην Ελλάδα, το 33,5% των αζωτούχων λιπασμάτων έρχονται από Ρωσία και Λευκορωσία καθώς και το 60,6% των καλιούχων. Επομένως, για την Ελλάδα θα υπάρξει σοβαρό πρόβλημα με τα λιπάσματα, όχι μόνον από τις αυξήσεις τιμών αλλά και από ελλείψεις, αν οι εισαγωγείς δεν μπορέσουν να καλύψουν τις ποσότητες από άλλες πηγές.
Σιτηρά & Ηλίανθος
Είδος | Ουκρανία | Ρωσία |
---|---|---|
Σίτος | 10% | 24,1% |
Κριθή | 12,6% | 14,2% |
Αραβόσιτος | 15,3% | 2,1% |
Ηλιόσπορος | 4,3% | 19,6% |
Ηλιέλαιο | 49,6% | 23,1% |
Στην Ουκρανία, ο σίτος και η κριθή συλλέγονται το καλοκαίρι και έχουν εξαχθεί μέχρι τον Φεβρουάριο. Άρα φέτος, οι εξαγωγές έχουν ολοκληρωθεί. Οι φθινοπωρινές σπορές έχουν γίνει. Οι ανοιξιάτικες όχι ακόμα.
Το καλαμπόκι, φαγόπυρο, ηλίανθος, ανοιξιάτικα σιτηρά, αρακάς αρχίζουν και σπέρνονται τέλος Μαρτίου ή Απρίλιο.
Η Ένωση Παραγωγών Ουκρανίας ανακοίνωσε χθες, Παρασκευή 18/3 ότι οι σπορές θα γίνουν αναλόγως το πώς οι συνθήκες επιτρέπουν. Σπόρος υπάρχει, αλλά αυτό που θα εμποδίσει τις σπορές είναι η διαθεσιμότητα πετρελαίου καθώς η Ρωσία όπου μπορεί βομβαρδίζει τις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις.
Επίσης, ανακοίνωσαν ότι φέτος θα μειωθούν οι εκτάσεις που θα σπαρθούν με ηλίανθο, αραβόσιτο και ελαιοκράμβη για να σπαρθούν ανοιξιάτικα σιτηρά, φαγόπυρο, βρώμη, αρακάς και κεχρί. Θα δοθεί έμφαση σε καλλιέργειες για την διατροφή των Ουκρανών και του στρατού.
Πέρα από τα παραπάνω προβλήματα, οι Ουκρανικές εξαγωγές γίνονται κυρίως από την Οδησσό ή άλλα λιμάνια της Μαύρης θάλασσας. Αυτήν την στιγμή, απομένει μόνον η Οδησσός, που όμως είναι σε αποκλεισμό και οι Ρώσοι έχουν ήδη βυθίσει δύο ξένα εμπορικά πλοία. Θα μπορέσει η Ουκρανία να διοχετεύσει τυχούσες εξαγωγές στο σιδηροδρομικό δίκτυο;
Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία με διάταγμα της 14/3 απαγόρευσε την εξαγωγή ζάχαρης μέχρι τέλος Αυγούστου και την εξαγωγή δημητριακών μέχρι τέλος Ιουνίου. Δεν γνωρίζουμε τι θα γίνει με τις εξαγωγές της φετινής παραγωγής.
Συμπέρασμα
Αναμένουμε φέτος ελλείψεις διεθνώς σε ηλίανθο (ηλιέλαιο), σε αραβόσιτο και σε σίτο και κριθή. Επίσης, θα υπάρξει πρόβλημα με διαθεσιμότητα και τιμή λιπασμάτων, κυρίως αζωτούχων και καλιούχων. Και αυτό θα οδηγήσει σε μειώσεις παραγωγής, παρ’ όλο που πριν τον πόλεμο ο FAO προέβλεπε ελαφρώς αυξημένη παραγωγή.
Σχόλια
Κανένα σχόλιο ακόμα.