Να κάνουμε το μικρό μέγεθος των αγροτικών εκμεταλλεύσεων πλεονέκτημα! Β’ μέρος
Στην προηγούμενη ανάρτησή μου, πρότεινα να αποδεχθούμε την πραγματικότητα, ότι δηλαδή ο μέσος κλήρος στην Ελλάδα είναι μικρός και να εργασθούμε ώστε να το κάνουμε αυτό πλεονέκτημα.
Επί δεκαετίες, η μόνη πρόταση για τον αγροτικό κλήρο ήταν οι αναδασμοί. Οι αναδασμοί αντιμετωπίζουν μόνον τον πολυτεμαχισμό των αγροτικών εκμεταλλεύσεων και όχι το μέγεθός τους.
Το μικρό μέγεθος του κλήρου οδηγεί σε μεγάλη σπατάλη κεφαλαίου, όπως μας θυμίζουν οι ετήσιες συγκεντρώσεις των τρακτέρ στις εθνικές οδούς. Τα τρακτέρ στην Ελλάδα είναι τουλάχιστον δέκα φορές περισσότερα από ό,τι χρειάζονται[1]. Η σπατάλη κεφαλαίου είναι τεράστια!
Αντιστοίχως, οι πιο πολλές μικρές εκμεταλλεύσεις είναι αρκετά μικρές για να δικαιολογούν ειδικό εξοπλισμό όπως ειδικές συλλεκτικές ή ειδικά εργαλεία ή συσκευαστήρια ή μονάδες βασικής επεξεργασίας, όπως τυροκομεία. Οι παραγωγοί ή στερούνται αυτού του εξοπλισμού ή υποχρησιμοποιούν αυτόν που έχουν αγοράσει με επιδότηση.
Επίσης, το μικρό μέγεθος των εκμεταλλεύσεων καθιστά έννοιες όπως το branding ή το μάρκετινγκ απλησίαστες για την συντριπτική πλειοψηφία των εκμεταλλεύσεων.
Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι οι αγρότες να παράγουν με μεγάλο κόστος και να στερούνται προστιθέμενης αξίας πέρα από το χωράφι.
Τι μπορούμε να κάνουμε και πώς να αλλάξουμε αυτή την κατάσταση;
Πρέπει πρώτα απ’ όλα να αλλάξουμε το φορολογικό και αδειοδοτικό πλαίσιο. Πρέπει να προωθήσουμε την δημιουργία επιχειρήσεων παροχής βασικών αγροτικών υπηρεσιών προς τους παραγωγούς, όπως καλλιέργειας, φυτοπροστασίας, συλλογής κλπ. Αυτές πρέπει να θεωρούνται αγροτικές επιχειρήσεις. Σήμερα, από το Κράτος θεωρούνται εταιρείες παροχής υπηρεσιών και, έτσι, οι εργαζόμενοι υπάγονται στο ΙΚΑ (44,6% εισφορά έναντι 10% του αγροτικού εργοσήμου) και οι επιχειρηματίες ασφαλίζονται στον ΟΑΕΕ. Αυτή η επιβάρυνσή τους καθιστά απαγορευτική την νόμιμη λειτουργία τέτοιων επιχειρήσεων, αντιθέτως με τις προχωρημένες αγροτικά χώρες.
Επίσης, πρέπει να αλλάξει πλήρως η φιλοσοφία των επιδοτήσεων προς τον αγροτικό τομέα. Σήμερα, όσες επιδοτήσεις δεν είναι άμεσες πληρωμές προς τους αγρότες σχετιζόμενες με την παραγωγή ή το μέγεθος της αγροτικής εκμεταλλεύσεως, δίνονται για την αγορά εξοπλισμού. Αυτό έχει οδηγήσει στην τρομακτική σπατάλη, που ανέφερα προηγουμένως, χωρίς, όμως, να λύσει τα προβλήματα του μικρού κλήρου.
Έτσι, προτείνω, να μπορούν να ενταχθούν στις επιδοτήσεις κεφαλαίου και οι εταιρείες παροχής υπηρεσιών στον αγροτικό τομέα. Η ενίσχυση τέτοιων επιχειρήσεων, ώστε να αποκτήσουν σύγχρονο εξοπλισμό, βοηθά τους αγρότες με μικρό κλήρο, κυρίως.
Πρέπει, επίσης, να ενθαρρυνθούν οι αγροτικές επιχειρήσεις, όσο μικρές και να είναι, να καταρτίζουν προγράμματα μάρκετινγκ και branding για τα προϊόντα τους. Θα χρειασθεί να γίνει πραγματική επανάσταση στις αγροτικές επιδοτήσεις γι αυτό το σκοπό: όπως επιδοτούνται προγράμματα επιδοτήσεων για βελτίωση του εξοπλισμού, πρέπει να επιδοτούνται προγράμματα μάρκετινγκ και branding για τις αγροτικές επιχειρήσεις. Το μάρκετινγκ, αλλά και το branding, είναι αναπόσπαστα μέρη ενός επιχειρηματικού σχεδίου μίας παραγωγικής επιχειρήσεως και είναι αυτά που απουσιάζουν κραυγαλέα από την Ελληνική αγροτική παραγωγή.
Όταν, λοιπόν, διορθωθεί έτσι το πλαίσιο λειτουργίας των μικρών αγροτικών εκμεταλλεύσεων, τότε θα είμαστε έτοιμοι να ενθαρρύνουμε το βασικό θετικό χαρακτηριστικό που απορρέει από την ύπαρξη πάρα πολλών μικρών εκμεταλλεύσεων: την ανθεκτικότητα στις μεταβαλλόμενες συνθήκες, όπως εξήγησα σε προηγούμενη ανάρτησή μου.
Είχαμε δει ότι αυτή η ανθεκτικότητα απορρέει από το μεγάλο πλήθος διαφορετικών προϊόντων που παράγουν. Κάποια από αυτά μπορεί να αποτύχουν εμπορικά, τα πιο πολλά όμως θα επιτύχουν λιγότερο ή περισσότερο. Έτσι, η αγροτική πολιτική μας θα πρέπει να ενθαρρύνει προϊόντα ΠΓΕ και ΠΟΠ για κάθε περιοχή της πατρίδας μας. Επίσης, να ενθαρρύνουμε την καλλιέργεια πολλών και διαφορετικών ποικιλιών, όχι των λίγων πιο εμπορικών.
Όταν έχουμε έναν ή δύο ή τρεις τύπους τομάτας, είμαστε ευαίσθητοι στον ανταγωνισμό από την εισαγωγή από χώρες που επιτυγχάνουν οικονομίες κλίμακος. Όταν, όμως, καλλιεργούμε πολλές, παλιές και καινούργιες, ποικιλίες, τότε όχι μόνο είμαστε ανθεκτικοί στον ανταγωνισμό των εισαγωγών, αλλά μπορεί να πετύχουμε και εξαγωγές στο ακριβό άκρο της αγοράς.
Δείτε πχ τι έχει πετύχει η Γαλλία με την άπειρη ποικιλία τοπικών και σπεσιαλιτέ τυριών που παράγονται από τοπικούς μικρούς κτηνοτρόφους. Εμείς, γιατί να μη το κάνουμε;
Η Γαλλία, πάλι, παράγει ένα πλήθος διαφορετικών ποικιλιών πατάτας κατάλληλες η κάθε μια για διαφορετική χρήση. Εμείς έχουμε περιορισθεί σε ελάχιστες ποικιλίες.
Επίσης, για να πετύχουμε αυτά πρέπει να ενθαρρυνθεί η συνεργασία των αγροτών σε ομάδες, εταιρείες ή πραγματικούς αγροτικούς και όχι κομματικούς συνεταιρισμούς. Σήμερα, η νομοθεσία και το γραφειοκρατικό περιβάλλον σε τιμωρεί αν συνεταιρισθείς και πετύχεις. Αν κάποιοι αγρότες ιδρύσουν μία ΕΠΕ ή ΑΕ, χάνουν αυτομάτως την αγροτική τους ιδιότητα. Έτσι, πχ, αν και ζω 100% από την αγροτική μου παραγωγή (σπέρνω σπόρους και παράγω σπορόφυτα) για το Κράτος είμαι έμπορος, με όλα τα αρνητικά που συνεπάγεται (πχ ΟΑΕΕ αντί ΟΓΑ).
Επίλογος:
Ασφαλώς και οι μεγάλες μονάδες είναι πολύ αποτελεσματικές. Εννοείται ότι θέλουμε τέτοιες. Η έννοια, όμως, της προτάσεώς μου είναι ότι αφού δεν έχουμε πετύχει κάτι τέτοιο μέχρι σήμερα, ας γίνουμε ρεαλιστές και να βελτιώσουμε την υπάρχουσα κατάσταση. Σήμερα, το νομοθετικό περιβάλλον σκανδαλωδώς παρεμποδίζει την εξέλιξη των μικρών παραγωγών προς όφελος των μεσαζόντων και όσων μόνο στόχο έχουν τις αρπαχτές.
[1] Διεθνώς, είναι αποδεκτό ότι απαιτείται 1 hp τρακτέρ για 15 έως 20 στρέμματα. Άρα το μέσο τρακτέρ των 80 hp αντιστοιχεί σε εκμετάλλευση 1.500 στρεμμάτων. Εμείς έχουμε 1 τρακτέρ για 100 στρέμματα…
Σχόλια
Κανένα σχόλιο ακόμα.